Εδώ και δυο μήνες έχει ξεκινήσει ο λεγόμενος «Εθνικός και Κοινωνικός Διάλογος για την Παιδεία» που οργανώνει η κυβέρνηση. Ο «διάλογος» γίνεται σε τρία επίπεδα:
- Στην «Επιτροπή Διαλόγου» με πρόεδρο τον ομότιμο πανεπιστημιακό Αντώνη Λιάκο, στην οποία συμμετέχουν μια σειρά πανεπιστημιακοί και κυβερνητικά στελέχη. Η «Επιτροπή Διαλόγου» έχει συνεδριάσει σε ολομέλεια μία φορά μέχρι τώρα στις 28 Δεκέμβρη, ενώ ο πρόεδρός της έχει δώσει στη δημοσιότητα μια εισήγησή του για τους θεματικούς άξονες που πρέπει να συζητήσει και τις υποεπιτροπές που πρέπει να συγκροτήσει για την εξέταση των επιμέρους θεμάτων.
- Στο Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας (ΕΣΥΠ), που όμως δεν έχει συνεδριάσει ακόμα στο πλαίσιο του τρέχοντος «διαλόγου».
Παράλληλα, το υπουργείο Παιδείας έχει φτιάξει ιστοσελίδα για το «διάλογο», όπου ο καθένας μπορεί να μπαίνει και να καταθέτει μια πρόταση και η ιστοσελίδα σημειώνει μια σχετική κίνηση, ενώ είχε εξαγγείλει και μια σειρά ανοιχτές θεματικές συζητήσεις στο πλαίσιο του «διαλόγου», από τις οποίες όμως οι δυο πρώτες ακυρώθηκαν κάτω από λαϊκές αντιδράσεις και συζητιέται πως αυτό το σχέδιο των ανοιχτών συζητήσεων εγκαταλείπεται, τουλάχιστον με αυτή τη μορφή.
Θέλουν να βάλουν βάσεις για «μεταρρυθμίσεις μακράς πνοής».
Προφανώς, η κυβέρνηση δρομολογεί το «διάλογο» για την Παιδεία προκειμένου να υπάρξει «συναίνεση» σε μια σειρά αλλαγές που είναι αναγκαίες για το κεφάλαιο, για να επιλυθούν δυσλειτουργίες και καθυστερήσεις του αστικού εκπαιδευτικού συστήματος σε συνθήκες δημοσιονομικών περιορισμών. Παραπέρα, μέσω του «διαλόγου» δίνεται η ευκαιρία στην κυβέρνηση να ζυμώσει το εκπαιδευτικό της πρόγραμμα, ειδικά πλευρές του που ακουμπούν και σε λαϊκά αιτήματα (π.χ. υποχρεωτική 14χρονη Εκπαίδευση, γενίκευση του ολοήμερου δημοτικού, μείωση της ύλης, απαξίωση του Λυκείου κ.ά.).
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε το εξής αναφορικά με την ατζέντα του «διαλόγου»: τη διαπίστωση της κυβέρνησης, που έχει βάση σε σχέση με τις ανάγκες του κεφαλαίου, ότι πρόκειται για μεταρρυθμίσεις μακράς πνοής, που δεν έχουν αποκλειστικά ορίζοντα τετραετίας.
Τους προβληματίζει ιδιαίτερα το γεγονός ότι μια σειρά μεταρρυθμίσεις δεν έχουν περπατήσει, αλλάζουν από κυβέρνηση σε κυβέρνηση και αυτό δεν είναι μόνο ζήτημα εναλλαγής κομμάτων. Αντικειμενικά χρειάζονται χρόνια για να φανούν τα αποτελέσματα μιας αλλαγής και το κεφάλαιο αναθεωρεί πρακτικές κι ενδιάμεσους στόχους, ανάλογα με τα αποτελέσματα. Γι' αυτό το λόγο, ο Αντ. Λιάκος επικεντρώνει, όπως λέει, «σε μεταρρυθμίσεις - κλειδιά σε κρίσιμα σημεία, σε θεσμικές αλλαγές που δημιουργούν νέες θεσμικές συμπεριφορές» και ο Ν. Θεοτοκάς, πρόεδρος του ΕΣΥΠ, σημείωσε ότι «το ζήτημα είναι πώς να φτιαχτεί ένας θεσμός που δε θα υπηρετεί την εκάστοτε κυβέρνηση, αλλά τη μεταρρύθμιση».
Τους προβληματίζει ιδιαίτερα το γεγονός ότι μια σειρά μεταρρυθμίσεις δεν έχουν περπατήσει, αλλάζουν από κυβέρνηση σε κυβέρνηση και αυτό δεν είναι μόνο ζήτημα εναλλαγής κομμάτων. Αντικειμενικά χρειάζονται χρόνια για να φανούν τα αποτελέσματα μιας αλλαγής και το κεφάλαιο αναθεωρεί πρακτικές κι ενδιάμεσους στόχους, ανάλογα με τα αποτελέσματα. Γι' αυτό το λόγο, ο Αντ. Λιάκος επικεντρώνει, όπως λέει, «σε μεταρρυθμίσεις - κλειδιά σε κρίσιμα σημεία, σε θεσμικές αλλαγές που δημιουργούν νέες θεσμικές συμπεριφορές» και ο Ν. Θεοτοκάς, πρόεδρος του ΕΣΥΠ, σημείωσε ότι «το ζήτημα είναι πώς να φτιαχτεί ένας θεσμός που δε θα υπηρετεί την εκάστοτε κυβέρνηση, αλλά τη μεταρρύθμιση».
Η ίδια η σύνθεση της «επιτροπής σοφών» (στελέχη με μικρή έως μηδενική αναφορά στο κίνημα) φανερώνει ότι αυτή συγκροτήθηκε έτσι ώστε να μην υφίσταται την πίεση «συντεχνιών» - όπως λένε - και να μην οδηγηθεί σ' έναν «κατάλογο ασύνδετων αιτημάτων».
Το κατά πόσο θα μπορέσει, βέβαια, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ να υλοποιήσει το σύνολο των στρατηγικών στόχων του κεφαλαίου στην Εκπαίδευση, θα εξαρτηθεί από γενικότερους παράγοντες, κυρίως από τη διάρκεια της παραμονής της στην αστική διακυβέρνηση, αλλά και από τη συναίνεση από τα άλλα αστικά κόμματα, όπως επίσης και - από άλλη σκοπιά - από τη στάση του κινήματος.
Ποια είναι, λοιπόν, η αντικειμενική βάση των αλλαγών και των ζητημάτων που μπαίνουν στο «διάλογο»;
Πρώτον, έχουν μεσολαβήσει αρκετά χρόνια από σημαντικές θεσμικές τομές στην Εκπαίδευση, που δεν είναι δεδομένο ότι είχαν τα επιθυμητά αποτελέσματα. Ξεχωρίζουμε π.χ. το ζήτημα του Λυκείου σε σχέση με τις αλλαγές στην ΤΕΕ. Δεν έχει προχωρήσει η αλλαγή του συσχετισμού ανάμεσα σε Λύκειο και Δευτεροβάθμια Επαγγελματική Κατάρτιση σε σύγκριση με το μέσο όρο της ΕΕ. Επίσης, οι αλλαγές στα σχολικά βιβλία και τα αναλυτικά προγράμματα που έγιναν το 2006-07 τους προβληματίζουν, από την άποψη των αποτελεσμάτων τους.
Γι' αυτό και στο πλαίσιο του «διαλόγου» μπαίνει για συζήτηση και το θέμα του φόρτου εργασίας των μαθητών του Δημοτικού, καθώς επίσης και η ανάγκη για αλλαγή των αναλυτικών προγραμμάτων. Το ζήτημα αυτό, άλλωστε, σχετίζεται με το 3ο μνημόνιο, που θέτει ζήτημα ελέγχου της υλοποίησης του «νέου σχολείου».
Γι' αυτό και στο πλαίσιο του «διαλόγου» μπαίνει για συζήτηση και το θέμα του φόρτου εργασίας των μαθητών του Δημοτικού, καθώς επίσης και η ανάγκη για αλλαγή των αναλυτικών προγραμμάτων. Το ζήτημα αυτό, άλλωστε, σχετίζεται με το 3ο μνημόνιο, που θέτει ζήτημα ελέγχου της υλοποίησης του «νέου σχολείου».
Δεύτερον, υπάρχουν σοβαρές καθυστερήσεις στη θεσμοθέτηση βασικών αλλαγών που έχουν να κάνουν με στρατηγικές αναδιαρθρώσεις, αλλά και άλλων που αναδεικνύονται ακόμα πιο αναγκαίες σε συνθήκες χρηματοδοτικής πίεσης.
Για παράδειγμα:
- το ζήτημα της δομής της Εκπαίδευσης,
- της αυτόνομης - διαφοροποιημένης λειτουργίας του σχολείου και
- η αναζήτηση εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης
είναι μέσα στην ατζέντα του κυβερνητικού «διαλόγου» και έχουν ακουστεί αρκετές σχετικές προτάσεις (ανάμεσά τους κι αυτή του βουλευτή Τριανταφυλλίδη για τα δίδακτρα, που συγκέντρωσε και τις περισσότερες αντιδράσεις). Η συζήτηση να πέσει το βάρος της εξεύρεσης πόρων λειτουργίας στην ίδια τη σχολική μονάδα, έχει ξεκινήσει εδώ και πάνω από μια δεκαετία, όμως δεν έχει προχωρήσει όσο θα ήθελαν. Είναι στις προθέσεις τους να προχωρήσουν πιο αποφασιστικά σε τέτοια ζητήματα (προφανώς όχι με το χοντροκομμένο τρόπο που πρότεινε ο Α. Τριανταφυλλίδης).
Επίσης, σε επίπεδο πανεπιστημίων και ΤΕΙ, από τις «τροχιοδεικτικές βολές» που έχουν πέσει μέχρι τώρα στο πλαίσιο του «διαλόγου», ξεχωρίζουν το ζήτημα της αξιοποίησης της περιουσίας των ΑΕΙ, η επιτάχυνση της διαδικασίας της πιστοποίησης και φυσικά η αναδιάρθρωση του «χάρτη» της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Μέσα από την αναδιάρθρωση του «χάρτη», έχουν δηλώσει ξεκάθαρα ότι θα ανοίξει συζήτηση για τον ίδιο το χαρακτήρα των ιδρυμάτων, ιδιαίτερα για τα ΤΕΙ, αλλά και για τη διασύνδεση της Ανώτατης Εκπαίδευσης με την αδιαβάθμητη Επαγγελματική Εκπαίδευση, προβληματισμός, εξάλλου, που έχει τεθεί και στο πλαίσιο της διαδικασίας της Μπολόνια, στην οποία η κυβέρνηση έχει βάλει φαρδιά - πλατιά την υπογραφή της τον περασμένο Μάη, στη σύνοδο του Γιερεβάν.
Και όπως περιγράφεται σαφώς στο 3ο μνημόνιο με συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα, όλα τα παραπάνω θα εξεταστούν στο πλαίσιο της επικαιροποίησης της έκθεσης του ΟΟΣΑ για τη χώρα μας από το 2011 και με οδηγό τις βέλτιστες πρακτικές των κρατών - μελών του ΟΟΣΑ.
πηγή: Ριζοσπάστης
πηγή: Ριζοσπάστης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου