Γράφει, μεταξύ άλλων,
ο Νίκος Μπογιόπουλος στο enikos.gr
Καθώς ο πρωθυπουργός παρίστανε τον «Ρομπέν των φτωχών»(!) και εκφωνούσε το (ακαλλιτέχνητο) θεατρικό του διάγγελμα για τη λήξη των «διαπραγματεύσεων» με την τρόικα, την ώρα που ο Στουρνάρας αντάλλασσε συγχαρητήρια με τους υφυπουργούς του γιατί στην «πιο δύσκολη επιθεώρηση» (!) από την τρόικα κατόρθωσαν πάλι να ικανοποιήσουν τους… «επιθεωρητές» τους, το μάτι μου έπεσε στα βιβλία πάνω στο γραφείο.
Παρακολουθούσα να ανακοινώνουν ότι ο ελληνικός λαός θα βουλιάξει ακόμα βαθύτερα σε ένα δουλεμπορικό που έχουν το ψηφοθηρικό θράσος να του το παρουσιάζουν σαν… «κρουαζιερόπλοιο». Και το μυαλό μου, από τα βιβλία, πήγε στον πατέρα μου.
Ήταν χούντα. Εγώ πιτσιρικάς. Θυμήθηκα τον πατέρα μου (σσ: όσες φορές το κυνηγητό δεν μεταφραζόταν για μας τα παιδιά στο «λείπει σε ταξίδι για δουλειές»…), στα συναπαντήματα με τους φίλους του (σσ: όσες φορές δεν «έλειπαν σε ταξίδι για δουλειές»…), στον αποχαιρετισμό, μισοχαμογελώντας, μισοσυνωμοτικά, να πετάνε πότε – πότε ο ένας στον άλλον εκείνη τη φράση: «Αγάπα το κελί σου, τρώγε το φαΐ σου και διάβαζε πολύ». Τι είναι αυτά που λένε, έλεγα από μέσα μου…
Αργότερα έμαθα ότι ήταν μια φράση που τη μοιραζόταν ο Νίκος Ζαχαριάδης, ο πρώην γραμματέας του ΚΚΕ, με τους συντρόφους του. Ήταν η συμβουλή του, ένα παρασύνθημα, για να κρατηθούν όρθιοι στις φυλακές και στις εξορίες. Αλλά πάλι μου φαινόταν παράξενο: Πώς γίνεται να αγαπάς το κελί σου;…
Στην πορεία κατάλαβα (νομίζω). Αυτό που λέγανε (νομίζω) ήταν ότι δεν παραιτείσαι ποτέ. Δεν σκύβεις ποτέ. Δεν συνθηκολογείς. Ποτέ. Παίρνεις δύναμη από ό,τι μπορεί να σου δώσει ζωή. Παίρνεις ζωή από την αγάπη για τον τόπο σου. Ακόμα κι αν για τον τόπο σου, για την προκοπή του, χρειαστεί να ζεις μέσα στο «κελί» σου. Φροντίζεις το «κελί» σου, δεν το παρατάς, δεν απαρνιέσαι τον αγώνα και το όραμα να ξημερώσει το δίκιο στον τόπο σου. Και κάνεις ό,τι περνάει από το χέρι σου για να είσαι παρών και ετοιμοπόλεμος σε αυτό τον αγώνα. Δεν καταθέτεις τα όπλα. Φροντίζεις να συντηρείς τις βιολογικές αντοχές σου, αλλά και τη σπίθα στο μυαλό σου.
Αν είναι να γράψεις Ιστορία, να γίνεις μέρος του λαού που θα γράψει τη δική του Ιστορία, πρέπει να σε παίρνουν τα πόδια σου. Και να δουλεύει το μυαλό σου.
Για τις γενιές που ακολούθησαν, για τη δικιά μου γενιά, το κελί έγινε κάπως πιο «ευρύχωρο». Το φαγητό «γρήγορο». Δεν είμαστε η γενιά που μπορεί να δίνει συμβουλές για «κελιά». Ούτε να κάνουμε μαθήματα για τη δύναμη της ψυχής που χρειάζεται για να «καταπιείς» τις σωματικές κακουχίες και για να «τραφείς» με την ανάξια πλερωμή των διώξεων της «δημοκρατίας» ενάντια στους αγωνιστές για δημοκρατία.
Έτσι, κάθε φορά που το «κελί» στενεύει – ειδικά όταν το «κελί» κατακλύζεται από τη βλακεία, από την ευτέλεια, από την απάτη, από το ψέμα, από το «δήθεν» και από το διαρκώς αναπαλαιωμένο «τίποτα» - αυτό που σχεδόν πάντα γυρνάει στο μυαλό μου από το τρίπτυχο της φράσης του Ζαχαριάδη, είναι εκείνο το «διάβαζε πολύ»! ....
Υστερόγραφο: Πατέρα - δεν πρόλαβα να στο πω - είχατε δίκιο: «Αγάπα το κελί σου. Τρώγε το φαΐ σου. Και διάβαζε πολύ»…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου